Ἡ πατρίς, ὡς ἔοικε, φίλτατον βροτοῖς → Homini, ut videtur, patria res dulcissima est → Die Heimat ist der Menschen Liebstes, wie es scheint
-ές, ΜΑ
αυτός που είναι στερεά ριζωμένος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥίζα + -παγής (< θ. παγ-, πρβλ. αόρ. ἐπάγην του πήγνυμι), πρβλ. προσωποπαγής].