τό, Dim. of ὑποβωμίς, Inscr. Grecques et Latines de la Syrie 1.153 (Cyrrhus).
τὸ, Αμικρή ὑποβωμίς.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + βωμός + επίθημα -ιον].