χρυσοπαγής

Revision as of 12:01, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

English (LSJ)

χρυσοπαγές, built of gold, δώματα IG4.620.14 (Argos).

Greek (Liddell-Scott)

χρῡσοπᾰγής: -ές, ᾠκοδομημένος ἐκ χρυσοῦ, χρυσόκτιστος, χρυσοπαγῆ δώματα θεῶν Ἐπίγρ. ἔμμετρ. Ἄργους L. et F. 142.

Greek Monolingual

-ές, Α
χτισμένος με ή από χρυσό («χρυσοπαγῆ δώματα θεῶν», επιγρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο)- + -παγής (< θ. πᾱγ- του πήγνυμι), πρβλ. καινοπαγής].