Σιμωνίδειος
English (LSJ)
Adj. Σιμωνίδειος, Σιμωνίδειον, Simonidean, of Simonides or like Simonides, τρόπος Plu.2.1137f.
French (Bailly abrégé)
α, ον :de Simonide (Σιμωνίδης).
Adj. Σιμωνίδειος, Σιμωνίδειον, Simonidean, of Simonides or like Simonides, τρόπος Plu.2.1137f.
α, ον :de Simonide (Σιμωνίδης).