ἐν πέτροισι πέτρον ἐκτρίβων → by grinding stone against stones
ἀφοσιωτέον: ῥημ. ἐπίθ. πρέπει τις νὰ ἐκπληρώσῃ κατὰ τύπον καθῆκόν τι, Βυζ.