ἐγχρονιστέον
From LSJ
Λόγος εὐχάριστος χάριτός ἐστ' ἀνταπόδοσις → Es sermo gratus pro relata gratia → Ein gutes Wort ist Dank für eine gute Tat
Greek (Liddell-Scott)
ἐγχρονιστέον: ῥημ. ἐπίθ. τοῦ ἐγχρονίζω, δεῖ ἐγχρονίζειν, Δίδ. Ἀλεξ. σ. 356, ἔκδ. Μί.