ἀναμικτός
From LSJ
ἀσκὸς ὕστερον δεδάρθαι κἀπιτετρίφθαι γένος → I'd be willing to be flayed into a wineskin afterwards and to have my line wiped out
Greek (Liddell-Scott)
ἀναμικτός: -ή, -όν, ἀναμεμιγμένος, Ἀλεξ. Τραλλ. σ. 415.
ἀσκὸς ὕστερον δεδάρθαι κἀπιτετρίφθαι γένος → I'd be willing to be flayed into a wineskin afterwards and to have my line wiped out
ἀναμικτός: -ή, -όν, ἀναμεμιγμένος, Ἀλεξ. Τραλλ. σ. 415.