(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)
Γυναικὶ κόσμος ὁ τρόπος, οὐ τὰ χρυσία → Non ornat aurum feminam at mores probi → Die Art schmückt eine Frau, nicht güldenes Geschmeid
Menander, Monostichoi, 92Greek (Liddell-Scott)
ἰσονεφής: -ές, ἔχων ὕψoς ἴσον τῷ ὕψει τῶν νεφῶν, φθάνων μέχρι τῶν νεφῶν, ἰσονεφέσιν ὄρεσιν Βασίλ. Σελευκ. ἐν βίῳ Θέκλ. σ. 294Α, ἔνθα διάφ. γραφ. ἀγχινεφέσιν.