καταμέρος
German (Pape)
[Seite 1363] d. i. κατὰ μέρος, theilweise, abwechselnd, besser getrennt geschrieben.
Greek (Liddell-Scott)
καταμέρος: δέον νὰ γραφῇ κατὰ μέρος, εἰς μέρη ἢ τεμάχια ἐναλλάξ.
[Seite 1363] d. i. κατὰ μέρος, theilweise, abwechselnd, besser getrennt geschrieben.
καταμέρος: δέον νὰ γραφῇ κατὰ μέρος, εἰς μέρη ἢ τεμάχια ἐναλλάξ.