A make a riot, Act.Ap.17.5.
[Seite 431] einen Volksauflauf erregen, N. T.
ὀχλοποιέω: ἐγείρω ὀχλαγωγίαν, Πράξ. Ἀποστ. ιζ΄, 5· - ὀχλοποίησις, εως, ἡ, Ἡσύχ. ἐν λ. δημαγωγίας.