συρικτήρ
From LSJ
Δεῖ τοὺς φιλοῦντας πίστιν, οὐ λόγους ἔχειν → Non bene stat intra verba amicorum fides → Vertrauen müssen Freunde sich, viel reden nicht
[Seite 1040] ῆρος, ὁ, = Folgdm, Leon. Tar. 1 (V, 206).
σῡρικτήρ: συρικτής, ἴδε ἐν λ. συριστής.