ἄνδραχνος: ἡ = ἀνδράχνη (2) «καὶ οἱ τῆς ἀνδράχνου θάμνοι [ἐν Ἑλικῶνι] παρέχονται τῶν πανταχοῦ καρπὸν αἰξὶν ἥδιστον» Παυσ. 9. 28, 1, πρβλ. καὶ 9. 22, 2.