Νόμιζε σαυτῷ τοὺς γονεῖς εἶναι θεούς → Tu tibi parentes alteros credas deos → Bedünke, dass dir deine Eltern Götter sind
πετοῖσαι: Δωρ. ἀντὶ πεσοῦται, ἀόρ. β΄ μετοχ. τοῦ πίπτω, Πίνδ.