ἱεροτελεστής
From LSJ
τί νυ τόξον ἔχεις ἀνεμώλιον αὔτως → why bear your bow in vain, why bear thy bow in vain
German (Pape)
[Seite 1243] ὁ, der in den Gottesdienst, Mysterien u. dgl. Einweihende, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἱεροτελεστής: -οῦ, ὁ, = ἱερομύστης, περὶ τοῦ Χριστοῦ, Διον. Ἀρεοπ. 200D, 376D, 377A.