ἡμικατάλυτος
From LSJ
Χαίρειν ἐπ' αἰσχροῖς οὐδέποτε χρὴ πράγμασιν → Non decet in rebus esse laetum turpibus → In schlimmer Not ist Freude niemals angebracht
ἡμικατάλυτος: -ον, κατὰ τὸ ἥμισυ καταλυθείς, καταστραφείς, ἡμ. ναοὶ τῶν εἰδώλων Ζωναρ. ἐν Συντ. καν. τ. 3, σ. 462.