πλουσιοπάροχος
From LSJ
Κακὸν φέρουσι καρπὸν οἱ κακοὶ φίλοι → Evil friends bear evil fruit → Malo ex amico fructus oritur pessimus → Ertrag, den schlechte Freunde bringen, der ist schlecht
Greek (Liddell-Scott)
πλουσιοπάροχος: -ον, ὁ πλουσίως παρέχων τι, γενναιόδωρος, Ἐκκλ. ― Ἐπίρρ. πλουσιοπαρόχως, ἀνώνυμος ἐν Boiss. Ἀνεκδ. τ. 5, σ. 75,