Μασσαλία
Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil
English (LSJ)
ἡ, Marseilles, Th.1.13, Arist.Pol.1321a30, etc.:—hence Μασσᾰλιῶται or μασι-ῆται, οἱ, D. 32.8, D.S. 14.93, etc.:—Adj. μασι-ωτικός, ή, όν, Hp.Mul.1.78:—also Μασσᾰλιήτης
A οἶνος Ath.1.27c.
Greek (Liddell-Scott)
Μασσαλία: ἡ, Λατ. Massilia, Γαλ. Marseilles, Θουκ. 1. 13, Ἀριστ. Πολιτικ. 5. 6, 2, κτλ.· οἱ κάτοικοι ἐκαλοῦντο Μασσαλιῶται, ἢ -ῆται, οἱ, Δημ. 884. 15, Διόδ. 14. 93, κτλ.· - ἐπίθ. -ωτικός, ή, όν, Ἱππ. 626, κτλ.· - ὡσαύτως Μασσαλιήτης οἶνος Ἀθήν. 27C.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
Massalia (auj. Marseille) cité de Gaule.
Étymologie:.