ον,
A visible, βιεφάροις θνατῶν ἔς. Simon.58.4, cf. Hdt.2.138, Antipho Soph.6.
[Seite 744] anzusehen, sichtbar, Her. 2, 138.
εἴσοπτος: -ον, ὁρατός, Σιμωνίδ. 26, Ἡρόδ. 2. 138.
ος, ον :visible.Étymologie: εἰσοράω.