γυαλός
From LSJ
ἅπαντι δαίμων ἀνδρὶ συμπαρίσταται εὐθὺς γενομένῳ μυσταγωγὸς τοῦ βίου → a spirit assists every man from birth to be the leader of his life
γυαλός: -όν, κοῖλος, Εὐστ. 526. 42.
(γυᾰλός) -όν
λίθος piedra cúbica Call.Fr.236.1, cf. EM 243.12G., cf. γυλλός.