ἀνεπίπλοκος
From LSJ
Ῥοπή ‘στιν ἡμῶν ὁ βίος, ὥσπερ ὁ ζυγός → Paulo momento, ut trutina, vita impellitur → Wie eine Waage hält das Leben Gleichgewicht
Spanish (DGE)
-ον
1 no combinable con ἡ γὰρ προστακτικὴ ἔγκλισις ἀνεπίπλοκος τῇ εὐκτικῇ A.D.Synt.204.4
•fig. deshilvanado λέξις Eust.Ant.Engast.8.
2 adv. -ως c. ἔχω ser incapaz de combinación πρὸς ἄλληλα τὰ ἐναντία πάθη Nil.M.79.809B.