Δώσων

From LSJ
Revision as of 12:26, 21 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (big3_13)

Ψυχῆς μέγας χαλινὸς ἀνθρώποις ὁ νοῦς → Animi nam frenum magnum mens est hominibus → Der Menschenseele fester Zügel ist Vernunft

Menander, Monostichoi, 549

Greek (Liddell-Scott)

Δώσων: -ωνος, ὁ, ἐπωνυμία Ἀντιγόνου τοῦ Β΄, ὁ ἀείποτε μέλλων νὰ δώσῃ, ὁ πάντοτε ὑπισχνούμενος, ἐκ τοῦ μέλλοντος τοῦ δίδωμι, Πλούτ. Κορ. 11. ― Ἴδε Κόντ. Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 238.

Spanish (DGE)

-ωνος, ὁ
Dosón, e.e., que va a dar (y no da), sobrenombre de Antígono II de Macedonia, Plu.Cor.11.