Κάλπη

From LSJ

πολλὰ δ' ἄναντα κάταντα πάραντά τε δόχμιά τ' ἦλθον → and ever upward, downward, sideward, and aslant they went

Source

Russian (Dvoretsky)

Κάλπη: ἡ Кальпа
1 порт на черноморском побережье Вифинии Xen.;
2 см. Στῆλαι Ἡρακλέους.