αγαστός
From LSJ
τους φίλους λόγων τέχναιν επαίδευσας → Using 2 artifices, you educated (taught) those who love rhetoric.
Greek Monolingual
-ή, -ό (Α ἀγαστός, -ή, -όν) ἀγάζομαι
θαυμάσιος, αξιοθαύμαστος.
τους φίλους λόγων τέχναιν επαίδευσας → Using 2 artifices, you educated (taught) those who love rhetoric.
-ή, -ό (Α ἀγαστός, -ή, -όν) ἀγάζομαι
θαυμάσιος, αξιοθαύμαστος.