αερόφοιτος
From LSJ
Νόμιζ' ἀδελφοὺς τοὺς ἀληθινοὺς φίλους → Veros amicos alteros fratres puta → für deinen Bruder halte einen wahren Freund
Greek Monolingual
ἀερόφοιτος, -ον (Α)
αυτός που προχωρεί διά μέσου του αέρα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀὴρ + φοιτῶ].
Νόμιζ' ἀδελφοὺς τοὺς ἀληθινοὺς φίλους → Veros amicos alteros fratres puta → für deinen Bruder halte einen wahren Freund
ἀερόφοιτος, -ον (Α)
αυτός που προχωρεί διά μέσου του αέρα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀὴρ + φοιτῶ].