Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
αιμοσφαίριο
Greek Monolingual
το συνήθως στον πληθυντικό τα αιμοσφαίρια έμμορφα στοιχεία του αίματος που διακρίνονται σε ερυθρά αιμοσφαίρια ή ερυθροκύτταρα και σε λευκά αιμοσφαίρια ή λευκοκύτταρα.