ακαδημιακός

From LSJ

κρειττότερον ἐστὶν εἰδέναι ἐν μέσῃ τῇ Πόλει φακιόλιον βασιλεῦον Τούρκου, ἢ καλύπτραν λατινικήν → I would rather see a Turkish turban in the midst of the City than the Latin mitre

Source

Greek Monolingual

-ή, -ό (Α ἀκαδημιακός, -ή, -όν)
βλ. ακαδημαϊκός.