αλεπότρυπα

From LSJ

αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us

Source

Greek Monolingual

και αλουπότρυπα, η
τρύπα, φωλιά αλεπούς.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αλεπού + τρύπα].