ἀντὶ λέοντος πίθηκον γίγνεσθαι → become a monkey instead of a lion
-η, -ο μειδιῶαυτός που δεν χαμογελά ή δεν χαμογέλασε, κατηφής, σκυθρωπός, αγέλαστος.