ανεκδήλωτος
From LSJ
ὁ δὲ πείσεται εἰς ἀγαθόν περ → he will obey you to his profit, he will obey you for his own good end
Greek Monolingual
-η, -ο
εκείνος που δεν εκδηλώθηκε, αφανέρωτος.
ὁ δὲ πείσεται εἰς ἀγαθόν περ → he will obey you to his profit, he will obey you for his own good end
-η, -ο
εκείνος που δεν εκδηλώθηκε, αφανέρωτος.