Ἡδύ γε δικαίους ἄνδρας εὐτυχεῖν ὁρᾶν → Gerechte Menschen glücklich sehen, das erfreut → Zu sehn, dass der Gerechte glücklich ist, erfreut
ἀνθρωπῆ (-έη), η (ενν. δορά) (Α)το δέρμα του ανθρώπου.