ανταριθμώ

From LSJ

Ὑγίεια καὶ νοῦς ἀγαθὰ τῷ βίῳ δύο (πέλει) → Vitae bona duo, sanitas, prudentiaZwei Lebensgüter sind Gesundheit und Verstand

Menander, Monostichoi, 519

Greek Monolingual

ἀνταριθμῶ, (-έω) (Α)
παραβάλλω έναν αριθμό με άλλον, συγκρίνω αριθμούς.