αντιμεταχώρηση

Greek Monolingual

η (Μ αντιμεταχώρησις)
το γλωσσικό φαινόμενο κατά το οποίο μετατίθεται αμοιβαία η ποσότητα δύο διαδοχικών φωνηέντων μέσα στην ίδια λέξη
π.χ. πόληος / πόλεως.