απαιτητικός
From LSJ
κύματα θαρσαλέως ποντοπόρει βιότου → the waves of life make bold furrows, travel boldly over the waves of life
Greek Monolingual
-ή, -ό (Μ ἀπαιτητικός, -ή, -όν)
αυτός που έχει μεγάλες, υπερβολικές απαιτήσεις.
κύματα θαρσαλέως ποντοπόρει βιότου → the waves of life make bold furrows, travel boldly over the waves of life
-ή, -ό (Μ ἀπαιτητικός, -ή, -όν)
αυτός που έχει μεγάλες, υπερβολικές απαιτήσεις.