Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

απλοΐς

From LSJ

Νύμφη δ' ἄπροικος οὐκ ἔχει παρρησίαν → Sine dote nupta ius loquendi non habet → Doch ohne Mitgift hat die Braut kein Rederecht

Menander, Monostichoi, 371

Greek Monolingual

ἀπλοΐς (-ίδος), η (Α) απλούς
1. αυτή που δεν διπλώνει, μονή («ἀπλοΐδες χλαῖναι», Όμ.)
2. ως ουσ. μικρό, μονό ιμάτιο.