απραγματοποίητος
From LSJ
Ὡς τῶν ἐχόντων πάντες ἄνθρωποι φίλοι → Opulento amicos, quos volunt, omnes habent → Wie sehr sind doch den Reichen alle Menschen Freund
Greek Monolingual
-η, -ο
αυτός που δεν έχει ή δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < α- στερ. + πραγματοποιούμαι. Η λ. μαρτυρείται στον Σπ. Τρικούπη].