αὐταγαθότης

From LSJ

Κακὸν μέγιστον ἐν βροτοῖς ἀπληστία → Malumm est hominibus maximum immoderatio → Das größte Übel ist bei Menschen Völlerei

Menander, Monostichoi, 277

Greek (Liddell-Scott)

αὐταγαθότης: -ητος, ἡ, αὐτὴ ἡ ἀγαθότης, Νικήτ. Δαβ. Παράφρ. Γρηγ. Ναζ. σ. 179.

Spanish (DGE)

v. αὐτοαγαθότης.