βελοστασία
From LSJ
English (LSJ)
ἡ, range or battery of warlike engines, Ath.Mech.22.11.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
batería artillera de catapultas Ath.Mech.22.12, fig. τῆς γαστριμαργίας αὐτοῦ β. Chrys.M.61.782.
German (Pape)
[Seite 441] ἡ, Ort zur Aufstellung der Wurfmaschinen, Sp.
Greek Monolingual
βελοστασία, η (Α)
σειρά, συστοιχία πολεμικών μηχανών που εξακοντίζουν βέλη ή άλλα βλήματα.