τὸν ἴδιον κίνδυνον ὑποθείς → at his own risk
-ή, -ό (Μ βραχνός, -ή, -όν) βρογχός1. (για τον ήχο), τραχύς, αλλοιωμένος2. αυτός που βγάζει βραχνή φωνή.