ἀλώπηξ, αἰετοῦ ἅ τ' ἀναπιτναμένα ῥόμβον ἴσχει → a fox, which, by spreading itself out, wards off the eagle's swoop
-ή, -όαυτός που φέρει γραμμές ή ραβδώσεις, ο ριγωτός.