δημοκόπιον
From LSJ
Ἴσος ἴσθι πᾶσι, κἂν ὑπερέχῃς τῷ βίῳ → Quamvis superior sorte, da te aequum omnibus → Sei allen gleich, auch wenn du reicher bist
Spanish (DGE)
-ου, τό
captación del favor popular, demagogia Κλέωνα ... γράφονται δημοκοπίου se acusa a Cleón de demagogia ret. en POxy.2400.5, αἱ δὲ τοῦ κατασοφισμοῦ καὶ δημοκοπίου καὶ δήμου ἀπάτης κρίσεις Syrian.in Hermog.2.95.24, cf. Sopat.Rh.ad Hermog.141.25.