διασφαλίζω
From LSJ
Γνώμης γὰρ ἐσθλῆς ἔργα χρηστὰ γίγνεται → Proba sunt illius facta, cui mens est proba → Aus edler Einstellung erwächst die edle Tat
Greek Monolingual
(Α διασφαλίζομαι)
καθιστώ ασφαλές κάτι, εξασφαλίζω.
Γνώμης γὰρ ἐσθλῆς ἔργα χρηστὰ γίγνεται → Proba sunt illius facta, cui mens est proba → Aus edler Einstellung erwächst die edle Tat
(Α διασφαλίζομαι)
καθιστώ ασφαλές κάτι, εξασφαλίζω.