δυσδιοικονόμητος

From LSJ

σύ με μαστροπεύσεις πρὸς τὴν πόλιν → so you intend acting the procurer

Source

Spanish (DGE)

-ον
difícil de digerir Orib.2.144 (var., cf. δυσοικονόμητος).