ενάμισης
From LSJ
Γαστρὸς δὲ πειρῶ πᾶσαν ἡνίαν κρατεῖν → Frenis regendus venter adductis tibi est → Mit straffem Zügel such' zu lenken deinen Bauch
και ανάμισης και ενάμισος και ανάμισος (Μ ἐνάμισης και ἀνάμισης και ἐνάμισος και ἀνάμισος)
αριθμ. επίθ. ένας και μισός.