ενακισχίλιοι
From LSJ
τοῦ δὲ πολέμου οἱ καιροὶ οὐ μενετοί → in war, opportunities won't wait | the chances of war will not wait (Thucydides 1.142.2)
Greek Monolingual
ἐνακισχίλιοι, αι, -α, ιων. τ. εἰνακισχίλιοι (Α)
εννέα χιλιάδες.
τοῦ δὲ πολέμου οἱ καιροὶ οὐ μενετοί → in war, opportunities won't wait | the chances of war will not wait (Thucydides 1.142.2)
ἐνακισχίλιοι, αι, -α, ιων. τ. εἰνακισχίλιοι (Α)
εννέα χιλιάδες.