εξαγκυρώ

From LSJ

ὀφθαλμοὶ γὰρ τῶν ὤτων ἀκριβέστεροι μάρτυρες → the eyes are more accurate witnesses than the ears, the eyes are more exact witnesses than the ears

Source

Greek Monolingual

ἐξαγκυρῶ, -όω (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «ἐξαγκυρῶσαι θύραν
ἐκστροφῶσαι» — βγάζω την πόρτα από τις στρόφιγγες.