ευδάκτυλος
From LSJ
Ὅτ' εὐτυχεῖς, μάλιστα μὴ φρόνει μέγα → Minus insolesce, quo magis res prosperae → Wenn du im Glück bist, brüste dich am wenigsten
Greek Monolingual
εὐδάκτυλος, -ον (ΑΜ)
αυτός που έχει ωραία δάκτυλα.
Ὅτ' εὐτυχεῖς, μάλιστα μὴ φρόνει μέγα → Minus insolesce, quo magis res prosperae → Wenn du im Glück bist, brüste dich am wenigsten
εὐδάκτυλος, -ον (ΑΜ)
αυτός που έχει ωραία δάκτυλα.