οὐκ ἔστιν ὧδε ἀλλὰ ἠγέρθη → He is not here, but is risen
και ζυγόλουρο, το (Μ ζυγόλωρον)το ζυγόδεσμο.[ΕΤΥΜΟΛ. < ζυγό(ν) + λουρί (< λώρος «λουρίδα»)].