ημίξεστον
From LSJ
Δύναται τὸ πλουτεῖν καὶ φιλανθρώπους ποιεῖν → Being rich can even produce a social conscience → Animos nonnumquam humanos concinnant opes → Mitunter macht der Reichtum Menschen auch human
Δύναται τὸ πλουτεῖν καὶ φιλανθρώπους ποιεῖν → Being rich can even produce a social conscience → Animos nonnumquam humanos concinnant opes → Mitunter macht der Reichtum Menschen auch human
ἡμίξεστον, τὸ (Α)
(είδος μέτρου) μισός ξέστης, κοτύλη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + ξέστης «μέτρο υγρών και στερεών»].