καιροτηρώ

From LSJ

σύ με μαστροπεύσεις πρὸς τὴν πόλιν → so you intend acting the procurer

Source

Greek Monolingual

καιροτηρῶ, -έω (Α)
καιροσκοπώ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καιρός + τηρῶ].