καλαμαροθήκη

From LSJ

σύ με μαστροπεύσεις πρὸς τὴν πόλιν → so you intend acting the procurer

Source

Greek Monolingual

καλαμαροθήκη και καλαμαρθήκη, ἡ (Μ)
θήκη καλαμαριών, μελανοδοχείων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καλαμάρι + θήκη.